κι αντίο συ στοχαστικέ μου Ρεμβασμέ,
Χαρά που στ' αποδείπνι σου δε βρήκα ούτε ψιχία
και καλώς ήρθες βιαστικέ και βίαιε Χαλασμέ!
Στάχτη ! Αγάπη. Η Ελπίδα αβέβαιη καταχνιά.
Καπνίλα, αιμόφυρτα φτερά, συντρίμμια, πόνοι...
Μες στις ρωγμές A Θάνατος, σα κρύος βοριάς, τρυπώνει
κι ο1 άνθρωποι -σφάγια- τόνε προσμένουν στα παχνιά!
Ορθή Φοβέρα μοναχά και μοναχά η Οργή,
-κλάψτε μικροί, που για μεγάλοι χατε φτάσει-
Η Δόξα εφτερούγισε, λίγο να ξαποστάσει,
επάνω στα κεφάλια σας και μίσεψε γοργή!
Μικρέ Εαυτέ, που για αητός ανέβαινες κι από ψηλά,
τον ήλιο βάλθηκες, σα σύννεφο να σκιώσεις.
Γραμμένο σου ήτανε σα σύννεφο να λιώσεις
και σα βροχή να πέσεις χαμηλά.
Και τώρα από το χώμα αυτό, που ποτισμένο το 'χω γώ
με των ματιών μου τη βροχή και με τον εαυτό μου,
ζητώ φωτιά, απ τη στοργή του τελευταίου εντόμου,
ν' ανάψω, να πυρποληθώ και να φλεγώ!
Τους πράους δε κατάφερα να τους λατρέψω και να τους
παρηγορήσω πού κλαιαν, πάνω στους άδειους μόλους.
Ειν΄ ! καρδιά μου ολόκλειστη για τους ουράνιους, δυνατούς.
Και για τους γήινους... και για όλους... και για όλους...
Στιγμή δε τη ξεδίψασα την άγρια παντοχή μου,
θλιμμένος κι όντας έκλαιγα και που τραγούδαγΏ όντας...
Και το κοράκι, που απ' τα Ηλύσια μ' έφέρε πετώντας,
για πληρωμή, μου πήρε τη ψυχή μου!
Μενέλαος Λουντέμης: ( από τη Συλλογή «Οι κερασιές θ' ανθίσουν και φέτος» )
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου